3 Οκτωβρίου 1926: Εγκαινιάζεται η πρώτη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης

Η Θεσσαλονίκη ήταν και είναι μια πόλη με μακραίωνη ιστορία, σημαντικό λιμάνι, συνδεδεμένη άμεσα με τα Βαλκάνια και την Ευρώπη. Μια πόλη, πολυεθνική πολυπολιτισμική και πολύγλωσση, που η γεωγραφική θέση όπως και το λιμάνι της αποτέλεσαν, από την ίδρυσή της, σημαντικό σταθμό του εμπορίου και της οικονομίας ολόκληρης της Βαλκανικής Χερσονήσου.

Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν τον καθηγητή ζωολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και βουλευτή Νικόλαο Γερμανό (1864 - 1935), άνθρωπο διορατικό και δραστήριο, να προτείνει τη δημιουργία μιας «διεθνούς ετησίας εμποροπανηγύρεως» στην πρωτεύουσα της Βόρειας Ελλάδας, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε έγγραφο της εποχής. Η ιδέα του αυτή έγινε αποδεκτή, υποστηρίχθηκε από τοπικούς φορείς και επιχειρηματίες και έδωσε το έναυσμα για μια σειρά ενεργειών, παράλληλα με την υποβολή υπομνημάτων.

polytexneio-2

Στις 28 Απριλίου του 1925 υποβλήθηκε η αίτηση για χορήγηση άδειας στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί μια ετήσια διεθνής έκθεση, η πρώτη στη χώρα. Το αίτημα έγινε αποδεκτό, και εγκρίθηκε χωρίς καθυστέρηση στις 30 Απριλίου, από τον «Επί της Εθνικής Οικονομίας υπουργό» Κ. Σπυρίδη, όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και για πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους. Έπρεπε να ενθαρρυνθούν οι αναπτυξιακές δραστηριότητες στη Βόρεια Ελλάδα και, ιδιαίτερα, στη Θεσσαλονίκη, που μετά την απελευθέρωσή της είχε αποκοπεί από την υπόλοιπη ενδοχώρα. Η θετική απάντηση συνοδευόταν από τη σημείωση, ότι αρκεί οι διοργανωτές να βρουν χρήματα και χώρο. Το κράτος δεν διέθετε κανένα από τα δύο!

Βέβαια τα πράγματα δεν κύλησαν ομαλά και τα εγκαίνια της ΔΕΘ μέχρι να πραγματοποιηθούν πέρασαν από σαράντα κύματα. Κύριος λόγος των αναβολών ήταν οι διαμαρτυρίες των πανίσχυρων βιομηχανικών κύκλων των Αθηνών, ίσως γιατί δεν γίνονταν στην Αθήνα ή ίσως γιατί οι κυβερνώντες δεν συνειδητοποίησαν την εθνική σημασία της διοργάνωσης μιας τέτοιας έκθεσης στη Βόρεια Ελλάδα.

polytexneio-2

Το πινγκ-πονγκ μεταξύ Βορρά και Νότου κάποια στιγμή έφθασε στο τέλος του και, στις 3 Οκτωβρίου του 1926, επιτέλους, η ΔΕΘ εγκαινιάζεται συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών της εποχής.

Στόχος της Έκθεσης είναι να παρουσιαστούν «οι τρεις μεγάλοι κλάδοι της χώρας», το εμπόριο, η βιομηχανία και η γεωργία, ανοίγοντας έτσι ένα σημαντικό κεφάλαιο για την οικονομία της πόλης αλλά και της χώρας.

Η Θεσσαλονίκη ήθελε να αποδείξει σε όλους ότι είναι μια σύγχρονη ελληνική πόλη, ικανή να συμμετάσχει ενεργά στο μέλλον της χώρας της.

polytexneio-2

Η έκθεση στεγάστηκε στο πεδίο του Άρεως, στην περιοχή Στρατηγείο, σε χώρο που παραχωρήθηκε από τον στρατό. Σύμφωνα με τα αρχεία, στην πρώτη Έκθεση, συμμετείχαν 600 εκθέτες με δύο ξένες συμμετοχές, της Σοβιετικής Ένωσης και της Βουλγαρίας, και η ΔΕΘ υποδέχθηκε 100.000 επισκέπτες.

Κατά τη διάρκειά της, η Nestle μοίραζε δωρεάν γάλα στους φτωχούς επισκέπτες, που συνωστίζονταν μπροστά στο εκθετήριό της, για να πάρουν το απρόσμενο δώρο. Οι φίλοι της μπίρας μπορούσαν να απολαύσουν ένα παγωμένο ποτήρι «ΦΙΞ» στην τιμή της μίας δραχμής, ακούγοντας ραδιόφωνο, αφού ο ραδιοηλεκτρολόγος Χρήστος Τσιγγιρίδης λειτούργησε μόνον κατά την διάρκεια της ΔΕΘ, τον Πρώτο Ραδιοσταθμό Θεσσαλονίκης, τον πρώτο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ελλάδας, των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Ο τύπος της εποχής αντιμετώπισε τη διοργάνωση ενθαρρυντικά με εγκωμιαστικά άρθρα και η επίσκεψη στη ΔΕΘ διαφημιζόταν στις εφημερίδες ως ιστορικό καθήκον. Η πρώτη διοργάνωση της ΔΕΘ υπήρξε η αφορμή για να εξωραΐσει τις κεντρικές περιοχές της, να επισκευάσει το οδικό δίκτυο και την εμπορική της αγορά, να βελτιώσει τις παροχές ξενοδοχείων και εστιατορίων.

polytexneio-2

Ταυτόχρονα, η ίδρυση του Χρηματιστηρίου Εμπορευμάτων και της Ελεύθερης Ελληνικής Ζώνης (1925) του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, του Αρχαιολογικού Μουσείου (1912) και του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1925) έδιναν πια την εντύπωση και τη μορφή μιας σύγχρονης αναπτυσσόμενης πόλης.

Η λειτουργία της ΔΕΘ συνεχίστηκε στον ίδιο χώρο έως το 1937, όταν το εκθεσιακό της κέντρο μεταφέρθηκε στις σημερινές του εγκαταστάσεις συνεχίζοντας το πολυσήμαντο έργο του. Αποτελούσε τον καθρέφτη ανάπτυξης της χώρας και συγκέντρωνε την αφρόκρεμα της επιχειρηματικότητας αλλά και της κοσμικής κοινωνίας.

Το 1940, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι μεγάλες καταστροφές στις υποδομές της από τους Γερμανούς κατακτητές, που χρησιμοποιούσαν τα περίπτερα σαν αποθήκες και πριν αποχωρήσουν από τη Θεσσαλονίκη έσπευσαν να ανατινάξουν τα κτήριά της, ανάγκασαν τη ΔΕΘ να διακόψει τη λειτουργία της για περίπου 10 χρόνια.

polytexneio-2

Επαναλειτούργησε το 1951 και από τότε μέχρι σήμερα με κάποιες αλλαγές και διαφοροποιήσεις είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της οικονομίας στη χώρα, συνεχίζοντας να θεωρείται η «μητέρα» των εκθέσεων στην Ελλάδα, πολυδιάστατο εκθεσιακό, εμπορικό και ψυχαγωγικό γεγονός της χώρας, των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με διεθνή ακτινοβολία.

Όλα αυτά τα χρόνια οι ετήσιες διοργανώσεις της ΔΕΘ φιλοξένησαν πανελλαδικές και παγκόσμιες καινοτομίες, επιχειρήσεις μεγάλης εμβέλειας, διάσημες προσωπικότητες και διεθνείς καλλιτέχνες.

Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, πέραν του επιχειρηματικού της ενδιαφέροντος, ανέπτυξε δραστηριότητές, που επεκτείνονταν και στον τομέα του πολιτισμού, συμβάλλοντας στην πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου, με την καθιέρωση του Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου (1960) και του Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού (1962). Αποτέλεσε για τη Θεσσαλονίκη ένα σύμβολο του χώρου και της ιστορίας της, το μεγαλύτερο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό γεγονός της πόλης, χάρη στο οποίο η όψη και οι ρυθμοί ζωής της άλλαζαν και εντείνονταν. Έγινε θεσμός, που κάθε χρόνο μετέτρεπε τη Θεσσαλονίκη σε κέντρο επιχειρηματικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων.

Τα πυροτεχνήματα, η κοσμοσυρροή, το λούνα παρκ, τα ακροβατικά, τα σόου, σε γενικές γραμμές η λάμψη αυτού του πολύ μεγάλου γεγονότος, θα μείνουν χαραγμένα για πάντα στη μνήμη των αναρίθμητων θαυμαστών της. Για τους Θεσσαλονικείς αποτελεί κάτι σαν ιερή υποχρέωση να κάνουν ένα πέρασμα από τη ΔΕΘ. Είτε για να «χαζέψουν» στα περίπτερα με τα νέα επιτεύγματα, είτε για να απολαύσουν μια μαύρη μπύρα κι ένα φρέσκο «σάντουιτς με βραστό λουκάνικο».