Σκάνδαλο «Γουότεργκεϊτ»: Η πολύκροτη υπόθεση που «γκρέμισε» τον πρόεδρο Νίξον και ανέδειξε την πολιτική διαπλοκή

Λένε ότι τα μεγάλα γεγονότα δεν δημιουργούνται, αλλά συμβαίνουν. Ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός ήταν και παραμένει μέχρι και σήμερα το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, στη δεκαετία του 1970, το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο που συνέβη στις ΗΠΑ.

Μέχρι και σήμερα, 51 χρόνια μετά, για αρκετούς φαντάζει ανεξήγητος ο λόγος που ώθησε τον παντοδύναμο νικητή των εκλογών του 1972 (60,7% και με 48 από τις 50 πολιτείες υπέρ του), Ρίτσαρντ Νίξον, να καταφύγει σε τέτοιες μεθόδους και πρακτικές. Η απάντηση είναι απλή: η εμμονή του Νίξον με την εξουσία, η ανασφάλειά και η μυστικοπάθειά του ήταν τα αίτια πίσω από μια σειρά ενεργειών που οδήγησαν στην παταγώδη πτώση του από τον προεδρικό θώκο.

Όλα ξεκίνησαν, τις πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Ιουλίου 1972, όταν ένας φύλακας παρατήρησε πως στα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος, αρκετές από τις πόρτες είχαν κολλητική ταινία, έτσι ώστε όταν κλείνουν, να μη κλειδώνουν. Σχεδόν αμέσως, πέντε άνδρες πιάστηκαν να φωτογραφίζουν και να κλέβουν έγγραφα, αλλά και να τοποθετούν «κοριούς» σε τηλεφωνικές γραμμές.

polytexneio-2

Από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως δεν επρόκειτο για συνηθισμένους διαρρήκτες γραφείων, αλλά για άρτια προετοιμασμένα όργανα, που δεν άφηνα αποτυπώματα και είχαν τα τελειότερα μηχανήματα παρακολούθησης εκείνης της εποχής, που κόστιζαν περισσότερα από 3.500 δολάρια.

Μερικές ώρες αργότερα οι συλληφθέντες, όλοι πρώην πράκτορες της CIA Κουβανοί αντικαθεστωτικοί, οι Τζέιμς Μακόρντ, Μπέρναρντ Μπάρκερ, Φρανκ Στέρτζις, Βιρχίλιο Γκονσάλες και Εουχένιο Μαρτίνες οδηγήθηκαν στο δικαστήριο και άρχισε το ξετύλιγμα του κουβαριού της πλεκτάνης που αναπόφευκτα θα οδηγούσε τελικά στον ίδιο τον Πρόεδρο των ΗΠΑ.

Στην έρευνά του, το FBI ανακάλυψε τη σύνδεση μεταξύ των μετρητών που βρέθηκαν στην κατοχή των διαρρηκτών και παράνομων χρηματοδοτήσεων, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν από την υπεύθυνη για την προεκλογική εκστρατεία του Νίξον επιτροπή στις εκλογές του 1972. Οι διαρρήκτες είχαν εντολή από τον ίδιο τον Νίξον να εντοπίζουν και να «διορθώνουν» όποιες διαρροές προς τα έξω θα μπορούσαν να τον βλάψουν, εξαφανίζοντας στοιχεία, που δεν έπρεπε να δουν το φως της δημοσιότητας.

Αμέσως ξεκίνησε μια τεράστια προσπάθεια συγκάλυψης, ώστε να μη συνδεθεί σε καμία περίπτωση το όνομα του Νίξον με τα όσα είχαν συμβεί στα γραφεία των Δημοκρατικών, κάτι που, ωστόσο, δεν αποφεύχθηκε, καθώς ο χρόνος άρχισε να μετράει αντίστροφα για τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Κι αυτό γιατί ο Νίξον δεν παρακολουθούσε μόνο τους αντιπάλους του, αλλά και μέλη της κυβέρνησής του και ολόκληρο τον Λευκό Οίκο.

Ένα χρόνο αργότερα, τον Ιούλιο του 1973, τα στοιχεία εναντίον του ήταν συντριπτικά και η θέση του χειροτέρεψε δραματικά, όταν ένας σύμβουλός του αποκάλυψε στην επιτροπή της Γερουσίας που ερευνούσε το πολύκροτο σκάνδαλο «Γουότεργκειτ», το σύστημα των μαγνητοφωνήσεων όλων των συνομιλιών στο γραφείο του προέδρου από τις αρχές του 1971.

Η έρευνα έφερε στο φως της δημοσιότητας τις αγωνιώδεις προσπάθειες του Νίξον όχι μόνο να καλύπτει δραστηριότητες που έλαβαν χώρα πριν, αλλά και μετά τη διάρρηξη χρησιμοποιώντας ομοσπονδιακούς αξιωματούχους για να παρεμποδίσει την έρευνα.

Αμυνόμενος, ο Νίξον προσπαθούσε για δυο χρόνια να συγκαλύψει τις ευθύνες του για το σκάνδαλο, αρχικά αρνούμενος τις κατηγορίες και στη συνέχεια προσπαθώντας να επιρρίψει την ευθύνη σε υφισταμένους του, τους οποίους χρησιμοποιούσε σαν αποδιοπομπαίους τράγους.

polytexneio-2

Λίγο καιρό πριν δεχθεί πρόταση μομφής και καθαίρεσης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και καταδικαστεί από τη Γερουσία, ο Νίξον παραιτήθηκε από την προεδρία, στις 9 Αυγούστου 1974, καταφέρνοντας να γίνει ο πρώτος και μοναδικός Αμερικανός πρόεδρος στην αμερικανική ιστορία, που βρέθηκε σε τέτοια ταπεινωτική θέση.

Για τη συμμετοχή τους στον υπόθεση παραπέμφθηκαν σε δίκη 69 άτομα, από τα οποία 48 βρέθηκαν ένοχοι και οδηγήθηκαν στη φυλακή, με αρκετούς από τους κατηγορούμενους να είναι κορυφαίοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Νίξον.

Καταλυτικής σημασίας ρόλο για την ανάδειξη και την εξιχνίαση της υπόθεσης είχαν τα διαρκή ρεπορτάζ των μετέπειτα βραβευμένων με Πούλιτζερ δημοσιογράφων της εφημερίδας Washington Post, Καρλ Μπέρνσταϊν και Μπόμπ Γούντγουορντ, οι οποίοι παρουσίαζαν συνεχώς όλο και περισσότερες πτυχές του σκανδάλου.

polytexneio-2

Εξίσου πολύτιμη υπήρξε και η βοήθεια του Μαρκ Φελτ, του νούμερου 2 στην ιεραρχία του FBI, του γνωστού και ως «Βαθύ λαρύγγι», όπως χαρακτήριζαν οι δυο δημοσιογράφοι τον ανώνυμο πληροφοριοδότη τους, ο οποίος είτε για λόγους ηθικής και εντιμότητας, είτε γιατί επρόκειτο για ένα δυσαρεστημένο και παραγκωνισμένο ανώτερο κρατικό υπάλληλο, τους καθοδηγούσε σωστά με τις πληροφορίες που τους παρείχε.

polytexneio-2

Μετά από 51 χρόνια, το σκάνδαλο έμεινε στην ιστορία με την ονομασία «Γουότεργκεϊτ» από το ομώνυμο κτιριακό συγκρότημα στην Ουάσινγκτον, όπου διατηρούσε τα κεντρικά γραφεία του το Δημοκρατικό Κόμμα.