
Βικτώρ Ουγκώ: «Εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή»
- Παναγιώτα Απέργη - 22 Μαΐου 2022
Με την πάροδο των χρόνων, ασχολήθηκε με την πολιτική και υπήρξε ένας από τους πιο τολμηρούς ακτιβιστές της εποχής του για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αν και ξεκίνησε ως συντηρητικός ως προς τις πολιτικές του πεποιθήσεις, σύντομα έγινε υποστηρικτής της δημοκρατικής πολιτικής, ασκώντας αρκετά αυστηρή κριτική μέσα από τα έργα του στο βοναπαρτισμό και τον αυταρχισμό, ενώ τα έργα του «άγγιξαν» πολλά από τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής του.
Σταδιακά, ο Ουγκώ εγκατέλειψε τον παλιό δροσερό λυρισμό του και εγκαινίασε μία νέα ποιητική τέχνη. Το θεατρικό έργο του «Ερνάνης» αποτέλεσε αντικείμενο σκληρής διαμάχης και σύγκρουσης μεταξύ των νέων ρομαντικών ιδεών και του κλασικού γαλλικού θεάτρου, «μάχη» που θεωρείται σήμερα ως ένα σημαντικό σημείο στη γαλλική λογοτεχνική ιστορία.

Ως μυθιστοριογράφος, διανοούμενος και μέλος του Κοινοβουλίου, ο Ουγκώ πολέμησε τη θανατική ποινή και έκανε τα πάντα για την κατάργησή της, δημοσιεύοντας, μάλιστα, τον Φεβρουάριο του 1829 το μυθιστόρημα «Η Τελευταία Μέρα ενός κατάδικου», το οποίο επηρέασε πολλούς συγγραφείς, όπως ο Τσαρλς Ντίκενς, ο Φιοντόρ Ντοστεγιέφσκι και ο Αλμπέρ Καμί.
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησαν «Τα Ανατολίτικα», μια συλλογή από ποιήματα που γράφτηκαν για τον ηρωισμό των Ελλήνων και την ελληνική Επανάσταση. Παρότι, εισήλθε αργά στον κύκλο των φιλελλήνων, παρέμεινε μέχρι τέλους ο συνεπέστερος από τους υποστηρικτές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, καθώς το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για την απελευθέρωση της Ελλάδας εκφράστηκε και στο κρητικό ζήτημα. Όπως είναι γνωστό, δεν δίστασε να εκδώσει επιστολές στον ευρωπαϊκό τύπο και να εκφράσει την συμπαράσταση του στο πλευρό των Ελλήνων για την αρπαγή των γλυπτών του Παρθενώνα, κατηγορώντας ανοικτά τον λόρδο Έλγιν.
Από την «Παναγία των Παρισίων» στους «Άθλιους»
Το 1831, δημοσίευσε μία από τις γνωστότερες ιστορίες ανεκπλήρωτης αγάπης στο μυθιστόρημά του «Η Παναγία των Παρισίων». Μέσα από τη λεπτομερή περιγραφή του καθολικού ναού που κοσμεί το κέντρο του Παρισιού, ξετυλίγεται η μεσαιωνική ιστορία του Κουασιμόδου, της Εσμεράλδας και του Φρολώ, η οποία αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το αναγνωστικό κοινό και μέχρι σήμερα είναι ένα από τα πιο σημαντικά έργα του.
Κατά τη μακρά περίοδο αυτοεξορίας του στις Βρυξέλλες, αμέσως μετά την ανοικτή του αντιπαράθεση με τον Ναπολέοντα τον Γ΄, ο Ουγκώ δημοσίευσε δύο πολιτικά μανιφέστα ενάντια στον Γάλλο αυτοκράτορα, που διαδόθηκαν ευρέως, παράνομα στη Γαλλία, ενώ αργότερα συνέγραψε αναφορικά με τα γεγονότα της εποχής το έργο «Η ιστορία ενός εγκλήματος».

Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα εκδόθηκαν «Οι Άθλιοι», ένα έργο οποίο γνώρισε τεράστια επιτυχία σε Ευρώπη και Η.Π.Α και παραμένει ακόμη και σήμερα ένα από τα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αμέσως μόλις εκδόθηκαν, θεωρήθηκαν ως το πρώτο μοντέρνο μυθιστόρημα και χαρακτηρίστηκαν σαν κοινωνικό ευαγγέλιο των ηθικών και πολιτικών αρετών, αλλά ταυτόχρονα και μια αυστηρή καταγγελία των αδικιών της τότε αστικής κοινωνίας.
Με κεντρικό ήρωα τον Γιάννη Αγιάννη, το μυθιστόρημα επεξεργάζεται την ιστορία της Γαλλίας, την αρχιτεκτονική και τον αστικό σχεδιασμό του Παρισιού, τον αντιμοναρχισμό, τη δικαιοσύνη, τη θρησκεία, τους τύπους, τη φύση της ρομαντικής και οικογενειακής αγάπης, παρουσιάζοντας τις δυσκολίες της ζωής των φτωχών του Παρισιού, τις αδικίες της δικαιοσύνης και τη σημασία της ελευθερίας.
Οι «Άθλιοι», αντίθετα με το ευρύ κοινό, δεν ενθουσίασαν τον κύκλο των διανοουμένων κριτικών, με το βιβλίο να περιλαμβάνεται στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων του Πάπα Πίου ΙΔ΄.
«… Οι Άθλιοι γράφτηκαν για όλα τα έθνη. Δε ξέρω αν θα διαβαστούν από όλους όμως εγώ για όλους τους έγραψα… Στο σκοτεινό σημείο όπου βρίσκεται ο σημερινός πολιτισμός, ο άθλιος ονομάζεται άνθρωπος, που αγωνιά κάτω από όλα τα κλίματα και τα καθεστώτα, που στενάζει σε όλες τις γλώσσες», έγραφε ο ίδιος.
Μια άγνωστη, ίσως σε πολλούς, πτυχή της καλλιτεχνικής του φύσης είναι η ενασχόληση του με τα εικαστικά, ένα χόμπι που κράτησε μακριά από τη δημοσιότητα, φοβούμενος ότι θα επισκιάσει το λογοτεχνικό του έργο. Συνολικά είχε δημιουργήσει περισσότερα από τέσσερις χιλιάδες σχέδια.

Μάλιστα, ο Ντελακρουά είχε εκφράσει την άποψη ότι εάν ο Ουγκό αποφάσιζε να γίνει ζωγράφος αντί για συγγραφέας, θα είχε ξεπεράσει τους καλλιτέχνες του αιώνα του.
Ανησυχώντας βαθιά για τα δικαιώματα των καλλιτεχνών περί πνευματικής ιδιοκτησίας, ο Ουγκώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συνδέσμου «Litteraire et Artistique Internationale», που οδήγησε στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων. Το 1876 αναγορεύτηκε ισόβιος Γερουσιαστής από τη Γαλλική Δημοκρατία και έγινε το είδωλο της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Η αυλαία για τον αριστουργηματικό συγγραφέα έπεσε στις 22 Μαΐου του 1885, όταν πέθανε από πνευμονία. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και για μία νύχτα η σορός του έμεινε με τιμητική φρουρά κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου, ενώ την ημέρα της κηδείας του 2.000.000 άνθρωποι συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό στο Πάνθεον, το οποίο ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.