Νατάσσα Καραμανλή: «Ο άνθρωπος από τη φύση του, είναι καμωμένος έτσι που είναι ικανός για το καλύτερο, μα και για το χειρότερο»

Με πέντε βιβλία στο ενεργητικό της και συμμετοχές σε τέσσερα συλλογικά έργα, η Νατάσσα Καραμανλή αποτελεί μια από τις must read συγγραφείς που καταφέρνουν να μιλήσουν για ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα, που παραμένουν πιο επίκαιρα από ποτέ, με έναν τρόπο καθολικό και διαχρονικό, αγγίζοντας με σοβαρότητα, συναισθηματισμό και σεβασμό ευαίσθητες θεματικές χορδές όπως η γυναικεία κακοποίηση και το Ολοκαύτωμα.

1.Πριν αναφερθούμε στα βιβλία σας, πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη συγγραφή;

Απολάμβανα από παιδί τη διαδικασία της γραφής. Κρατούσα ημερολόγιο, έγραφα στα κρυφά και ήδη από το γυμνάσιο σκάρωνα τα πρώτα μου ποιήματα και διηγήματα. Ωστόσο, ήταν μια βαθιά εσωτερική ανάγκη, τίποτα παραπάνω. Όταν έκλεινα το τετράδιο, όλα έμπαιναν σε παύση. Διάβαζα μετά μανίας και θαύμαζα τις ζωές των αγαπημένων μου συγγραφέων. Τις λέξεις τους. Τις μάχες και τις νίκες τους. Το πνεύμα και τον τρόπο γραφής τους. Για μένα η συγγραφή ήταν ένα μακρινό όνειρο, που απλά είχε στοιβαχτεί στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Ναρκωμένο, αλλά όχι ξεχασμένο. Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως θα το τολμήσω κάποτε, κι αυτό έκανα.

2.Θέατρο, ποίηση, μυθιστόρημα: ποιος τομέας των Τεχνών κυριαρχεί περισσότερο μέσα σας;

Θεωρώ πως δεν πρόκειται για θέμα κυριαρχίας, παρά επιλογής μιας δεδομένης στιγμής. Η ποίηση με βοηθά να εκφράσω με ελάχιστες λέξεις κάτι πολύ έντονο. Δεν την αποποιούμαι ούτε στο μυθιστόρημα, ούτε στις άλλες κατηγορίες, π.χ. στο θεατρικό είδος, ή στο διήγημα. Γράφω με γνώμονα τις δικές μου αναγνωστικές επιθυμίες και μου αρέσει να δοκιμάζω και να δοκιμάζομαι κατά καιρούς.

Η Βαριάντα εμπίπτει στο λογοτεχνικό είδος που θα επέλεγα ως αναγνώστης, το ίδιο και η Μίραμπελ. Δεν θέτω όρια, ούτε προεπιλέγω αυστηρά σε ποια κατηγορία θα εντάσσεται αυτό που θα γράψω. Αλλάζω συνθήκες, διαδρομές σκέψης, τεχνικές. Ο γραπτός λόγος είναι για μένα ένα πολύτιμο τρόπαιο και μου είναι αδύνατον να ξεχωρίσω κάποιο είδος, είναι το όχημα για ένα διαφορετικό ταξίδι κάθε φορά και κατ’ εμέ δεν μπαίνει σε καλούπια, απλά φροντίζω να απολαμβάνω τη διαδρομή.

3.Βαριάντα: ένα βιβλίο αρκετά διαφορετικό, το οποίο φωτίζει ένα «καυτό» δυστυχώς θέμα: τη γυναικεία κακοποίηση. Πόσο ψυχοφθόρο ήταν να περιγράψετε κακοποιητικές συμπεριφορές με τόσο γλαφυρό τρόπο;

Αρκετά ψυχοφθόρο, θα έλεγα. Ήταν δύσκολα διαχειρίσιμα τα συναισθήματα. Θυμός, οργή, πόνος, συμπόνια, αγανάκτηση, πικρία. Ένα έντονο αίσθημα ματαίωσης για τη στάση της κοινωνίας, που γεννά και συντηρεί ξεπερασμένα στερεότυπα και φυσικά, μια ισχυρή ανάγκη προάσπισης, υποστήριξης αυτών των γυναικών. Το πιο δυνατό, όμως, συναίσθημα κι εκείνο που είχε τη μεγαλύτερη διάρκεια ήταν ο θυμός.

Νομίζω πως αυτό με πόνεσε περισσότερο. Θύμωσα πολύ με τους κακοποιητές τους. Με τις συνθήκες, με την πατριαρχία, με τα στεγανά και τα κουτάκια που εξακολουθούν να ορίζουν τα μυαλά και τις πράξεις ορισμένων, με τη νομοθεσία, που αργεί να αλλάξει, με όσα είχαν έρθει αντιμέτωπες οι γυναίκες αυτές. Μην ξεχνάμε πως πρόκειται για αληθινή ιστορία, τα γεγονότα περιγράφονται αυτούσια. Όταν έρθει κανείς αντιμέτωπος με θύματα κακοποίησης, δεν έχει τρόπο να αμυνθεί απέναντι σε όσα ομολογούν τα μάτια, οι κινήσεις, οι παύσεις ανάμεσα στις λέξεις.

 papantwnioy_3

4.Φυσικά, η επιλογή του τίτλου δεν ήταν τυχαία. Γιατί επιλέξατε το όνομα μιας ακολουθίας κινήσεων στο σκάκι;

Ο σκακιστικός όρος Βαριάντα σημαίνει παραλλαγή κι ουσιαστικά ξεκινά με την πρώτη κίνηση του παίκτη πάνω στην σκακιέρα, που θα τον οδηγήσει σε μια ακολουθία κινήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους καθορίζουν την στρατηγική που θα τον στέψει νικητή. Οι ιστορίες των γυναικών στάθηκαν το έναυσμα για την επιλογή αυτού του τίτλου, καθώς είχαν οριστεί βασίλισσες πια στο δικό τους βασίλειο, έστω κι αν υπήρξαν έκπτωτες για λίγο. Άλλωστε, η βασίλισσα είναι το πιο ισχυρό πιόνι στο σκάκι.

Κι οι γυναίκες, παρά τα έκδηλα τραύματά τους, παρά την οδύνη που τους ακολουθούσε, είχαν καταφέρει με τις επιλογές τους να κερδίσουν ξανά το χαμένο βασίλειό τους. Με τη δική τους Βαριάντα, τις δικές τους επιλογές πάνω στη σκακιέρα της ζωής τους. Η Βαριάντα τους, η δική τους δηλαδή ακολουθία κινήσεων, ήταν η απόδραση από τον χειρότερο εφιάλτη της ζωής τους. Η πορεία τους προς ένα νικηφόρο ρουά ματ!

5.Η αναζήτηση του υλικού σας, όπως αναφέρετε και στον πρόλογο του «Βαριάντα», σας οδήγησε στις δομές για κακοποιημένες γυναίκες. Είναι εύκολη αυτή η φυγή, από ένα τόπο βασανιστηρίου σε ένα ασφαλές μέρος;

Σίγουρα δεν πρόκειται για μια εύκολη «λύση». Για να εισαχθεί μια επιζώσα έμφυλης βίας σε μια δομή, σε έναν ξενώνα φιλοξενίας, οι διαδικασίες που απαιτούνται χρειάζονται περίπου δυο εβδομάδες. Απαιτούνται ιατρικές εξετάσεις, βεβαιώσεις, γνωματεύσεις γιατρών για την ίδια τη γυναίκα και τα παιδιά της και φυσικά η αποδοχή των βασικών κανόνων λειτουργείας της δομής. Οι κανονισμοί ορίζουν ότι τα ανήλικα αγόρια άνω των 13 ετών δεν μπορούν να εισέλθουν στη δομή.

Αυτό από μόνο του, αντιλαμβάνεστε πόσο ανασταλτικό είναι για τη μητέρα και πόσο μεγάλα προβλήματα δημιουργεί. Τι θ’ απογίνει αυτό το αγόρι; Θα μείνει σπίτι με τον κακοποιητή πατέρα του; Οι ξενώνες προσφέρουν προσωρινή διαμονή στις γυναίκες και τα παιδιά τους, η διάρκεια ποικίλει από 3 έως 5 μήνες, κατά τους οποίους παρέχεται στέγη, διατροφή, ιματισμός, ιατροφαρμακευτική και υγειονομική φροντίδα σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς, συμβουλευτική και ψυχολογική υποστήριξη σε ατομικό, ομαδικό και οικογενειακό επίπεδο.

Ουσιαστικά η λύση της δομής, του ξενώνα δεν επιλέγεται μόνο για την ασφάλεια της γυναίκας, αλλά αποτελεί και ένα σημαντικό βήμα για την ανασύνταξή της, αρχικά, την ψυχολογική της. Είναι το πρώτο από μια σειρά βημάτων που πρέπει να ακολουθήσει. Οι αποφάσεις που καλείται να πάρει είναι ζωτικής σημασίας για την ίδια, και φυσικά για τα παιδιά της. Στους λίγους μήνες που έχει στη διάθεσή της, θα πρέπει να βρει δουλειά -αν δεν έχει- πού θα μείνει, και όλα όσα προκύπτουν από την αποχώρηση από την προηγούμενη «οικογενειακή» εστία.

Όπως, αντιλαμβάνεστε, η ασφάλεια της δομής είναι ένα προνόμιο με σφιχτή ημερομηνία λήξης. Το «μετά» είναι ένα τεράστιο θέμα, κάποιες φορές ένας δυσεπίλυτος γρίφος. Εκεί χρειάζεται ακόμη περισσότερη στήριξη μια επιζώσα έμφυλης βίας, κάτι που πολύ συχνά δεν το βλέπουμε να συμβαίνει ούτε καν από τα πιο κοντινά της πρόσωπα.

 papantwnioy_3

6.Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες ειδεχθών εγκλημάτων βίας, γενικά και ειδικά σε βάρος των γυναικών. Είστε αισιόδοξη για το μέλλον ή εκτιμάτε ότι το φαινόμενο της έμφυλης βίας θα διογκώνεται καθημερινά;

Καθόλου αισιόδοξη, το αντίθετο. Τα περιστατικά έμφυλης βίας αυξάνονται συνεχώς. Η βία δεν δικαιολογείται, σε καμία μορφή της κι αν συμβεί μια φορά, με μαθηματική ακρίβεια θα ξανασυμβεί, θα συνεχιστεί, θα κλιμακωθεί κι έτσι φτάνει συχνά στο απώτατο άκρο της έμφυλης βίας, τη γυναικοκτονία.

Δυστυχώς στη χώρα μας αρχικά, ζούμε πρώτα για τη «γνώμη του κόσμου» και μετά για εμάς τους ίδιους. Δεν γνωρίζουμε ακόμη πώς να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας. Έχουμε άγνοια για τις διαδικασίες που ορίζει ο νόμος για την κακοποίηση, δεν ξέρουμε πού και σε ποιον να απευθυνθούμε. Περνάμε λάθος πρότυπα στα παιδιά μας από φόβο μην τυχόν δεν γίνουν αποδεκτά, μην τυχόν και διαφέρουν. Διστάζουμε να προβούμε σε μια καταγγελία γιατί φοβόμαστε τα αντίποινα, τις συνέπειες.

Φοβόμαστε ακόμα να μιλήσουμε ανοιχτά για θέματα ταμπού, φοβόμαστε αυτή τη γελοία άποψη του κόσμου, που ούτως ή άλλως ο κόσμος πάντα θα μιλάει, πάντα θα έχει κάτι να πει. Αυτή είναι η δουλειά του, είναι η μάζα κι η μάζα δεν υποκύπτει στη λογική και στα επιχειρήματα. Ναι, σίγουρα γίνονται πράγματα, σαφώς και γίνονται κινήσεις, το νομοθετικό πλαίσιο βελτιώνεται, χωρίς ωστόσο να αλλάζει ριζικά, παρόλα ταύτα, η εσωτερική νοοτροπία μας κρατά πίσω. Κάποια θέματα δεν κατοχυρώνονται μόνο από τους νόμους, ούτε εξομαλύνονται με τις εκάστοτε δράσεις ευαισθητοποίησης. Απαιτούνται πράξεις, ενέργειες από μέρους μας. Όσο δεν ανοίγουμε το μυαλό μας, τα φαινόμενα της βίας θα συνεχίσουν να εκτοξεύονται.

Πρέπει να εκπαιδευτούμε, όλοι, μικροί μεγάλοι. Να μάθουμε να συζητάμε ανοιχτά για την έμφυλη βία και να την καταδικάζουμε σε κάθε της μορφή. Οφείλουμε να εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας από νωρίς στις έννοιες της οριοθέτησης και της αυτοδιάθεσης, του σεβασμού όχι μόνο προς το δικό του, αλλά και προς κάθε φύλο. Οι κοινωνίες αλλάζουν μόνο προς το χειρότερο όταν αδρανούμε, όταν επαναπαυόμαστε, όταν αφήνουμε τους υπόλοιπους να ενεργούν για όσα εμείς θέλουμε να αλλάξουμε κι η εποχή μας έχει αρχίσει να θυμίζει επικίνδυνα τη σκοτεινιά του μεσαίωνα.

Ο επίσημος κρατικός φορέας για την Ισότητα των Φύλων, καταργήθηκε φέτος μετά από 38 χρόνια! Στο ΦΕΚ του Προεδρικού Διατάγματος που δημοσιεύτηκε στις 27/6/20023 η κυβέρνηση απαλείφει η λέξη «Φύλων» από τον τίτλο κι έτσι η Γενική Γραμματεία Ισότητας και Φύλων, γίνεται Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (γενικώς) και μεταφέρεται στο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας! Αυτό από μόνο του λέει πολλά! Δίνει πολύ ξεκάθαρα το στίγμα για το πως αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση τον ρόλο της γυναίκας, μιας γυναίκας προορισμένης για σύζυγο και μητέρα!

7.Τελικά γιατί δεν μιλούν οι κακοποιημένες γυναίκες;

Θα μπορούσαμε να ξοδέψουμε ώρες αναλύοντας τους λόγους για την απόφασή τους να μην γνωστοποιούν την κακοποίηση που υφίστανται. Μια γυναίκα που δέχεται συστηματικά ταπείνωση από τον σύντροφό της, έλεγχο της προσωπικής της ζωής και κριτική, αποκτά χαμηλή αυτοεκτίμηση και μια εντελώς λανθασμένη αντίληψη που αφορά στη δική της υπαιτιότητα, πως κάτι κάνει λάθος, ότι φταίει κι εκείνη για τη βία που δέχεται. Η ψυχολογική βία διαβρώνει τις άμυνες κι οδηγεί το θύμα σε συναισθηματική οδύνη.

Η γυναίκα εγκλωβίζεται ακόμη περισσότερο από τον εκφοβισμό και τις απειλές για σωματική και σεξουαλική βία. Ο θύτης μπορεί να απειλεί ότι θα αυτοκτονήσει, πως θα πάρει τα παιδιά ή πως θα βλάψει την οικογένειά της. Πολύ ενεργό ρόλο παίζει το περιβάλλον, αν δεν έχει κάποιον να εμπιστευτεί, να μιλήσει, αλλά κι ο κοινωνικός στιγματισμός. Πέραν αυτών, φυσικά, οι γυναίκες δεν μιλούν γιατί δεν περιμένουν πως αν το κάνουν θ’ αλλάξει κάτι προς το καλύτερο. Σε ποιον να μιλήσουν; Στη μητέρα που θα συμβουλεύσει να «μην χαλάσει το σπίτι της»; Αυτές οι απαρχαιωμένες απόψεις αποδεικνύονται μεγάλη τροχοπέδη για τις γυναίκες που βιώνουν βία από τους συντρόφους τους.

 papantwnioy_3

8.Και οι τρεις ηρωίδες σας είναι γυναίκες της διπλανής πόρτας, με τις οποίες οι αναγνώστες μπορούν να ταυτιστούν. Εσείς, σε ποια ηρωίδα σας δυσκολευτήκατε να πείτε αντίο, ολοκληρώνοντας τη συγγραφή του μυθιστορήματος;

Η αγαπημένη μου είναι η Μάρα, με διαφορά. Η Μάρα είναι μια σύγχρονη Εκάβη, μια γυναίκα που έπεσε στη φωτιά και κατάφερε να επιβιώσει. Με δεκάδες πληγές που αιμορραγούν ακόμη. Κάποιες δεν θα κλείσουν ποτέ…Ουσιαστικά είναι η πιο δυνατή από τις τρεις γυναίκες που κατοικούν στη «Βαριάντα» κι η μεγαλύτερη «χαμένη» στην παρτίδα αυτή, μια κι η βία της έκλεψε κυριολεκτικά τα πάντα. Λατρεύω την επιμονή και το πείσμα της. Ωστόσο, αν και μου μοιάζει κάπως, απέχει πολύ από μένα. Θεωρώ πως πιο κοντά μου είναι η Ευγενία, που φαντάζει πιο απόμακρη, αλλά ουσιαστικά αυτό το στοιχείο αποτελεί την άμυνά της.

9.Πάμε στη Μίραμπελ, ένα πρωτότυπο μυθιστόρημα που μας μεταφέρει στη Θουριγγία και τη Θεσσαλονίκη, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Γιατί επιλέξατε αυτήν την ιδιαίτερη ηρωίδα;

Είναι φύσει αδύνατο να μιλήσεις για το θέμα του Ολοκαυτώματος με εύκολο τρόπο. Δεν υπάρχει αυτή η μέθοδος, δεν έχει εφευρεθεί και φαντάζομαι πως και στα επόμενα χρόνια το θέμα αυτό δύσκολα θα περιγράφεται. Στο ολοκαύτωμα χάθηκαν χιλιάδες παιδιά. Τα παιδιά ήταν ο νούμερο ένα 1 στόχος των Γερμανών. Τα εξολόθρευαν για να σταματήσουν τη συνέχεια της φυλής. Κάποια έζησαν - όσο πρόλαβαν - αυτή τη φρίκη.

Η Μίραμπελ, ως ένα αθώο παιχνίδι, χωρίς συνείδηση, «οικειοποιείται» τον ρόλο ενός μικρού παιδιού. Αντικρίζει τον κόσμο όπως θα έκανε ένα παιδί που βίωσε εκείνη τη βάναυση εποχή. Πώς ήταν ο κόσμος γύρω του; Τι έβλεπε, τι αντιλαμβανόταν και πώς μπορούσε να το αποδεχτεί ή να το εξηγήσει; Στην ουσία, ο δικός της ρόλος είναι διττός. Είναι ταυτόχρονα ο δέκτης και ο πομπός κάποιων πολύ ωμών και ακραίων καταστάσεων.

Από τη μια προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα μηνύματα που δέχεται για να κατανοήσει σύμφωνα μ’ αυτά την ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι εικόνες την μπερδεύουν, την αποπροσανατολίζουν, όπως ακριβώς κι οι άνθρωποι. Είναι έκδηλες οι αμφιβολίες της με όσα τραγικά έρχεται αντιμέτωπη. Από την άλλη, σε ό,τι διαδραματίζεται γύρω της αντιδρά με την ίδια απορία και την αφέλεια ενός μικρού παιδιού, γεγονός που υπερτονίζει την αντίθεση μεταξύ της βαρβαρότητας και της δικής της αθωότητας.

Η παρουσία της Μίραμπελ προσφέρει ένα αίσθημα ζεστασιάς μέσα στην απανθρωπιά του πολέμου. Την ελπίδα πως δεν έχουν χαθεί όλα. Αντιπροσωπεύει την εσωτερική μας φωνή, αλλά και την ανάγκη για ανθρωπιά και ενσυναίσθηση. Κι είναι κοφτερή, επειδή προέρχεται από ένα παιδικό παιχνίδι. Αυτή η αντίθεση θεωρώ πως αποδίδει στη Μίραμπελ μια δυναμική παρόμοια με τη συνείδησή μας. Αν είχε τη δυνατότητα να μας μιλήσει, πόσα, αλήθεια, θα κάναμε διαφορετικά;

 papantwnioy_3

10.Τελικά, «γιατί οι άνθρωποι πνίγουν με τα ίδια χέρια που αγκαλιάζουν;»

Ο άνθρωπος από τη φύση του, είναι καμωμένος έτσι που είναι ικανός για το καλύτερο, μα και για το χειρότερο, την ίδια ακριβώς στιγμή.Με το χέρι που αγκαλιάζει, μπορεί να πνίξει. Όλοι έχουμε μια πιο σκοτεινή πλευρά που υποκινείται από την κακία και ποικίλα αρνητικά συναισθήματα και συμπεριφορές, όμως, το θέμα είναι σε ποιο βαθμό εκφράζουμε αυτές τις σκοτεινές πλευρές του χαρακτήρα μας. Μέσα σε κάθε άτομο συνυπάρχουν τα καλά και τα κακά στοιχεία, οι καλές και οι κακές πλευρές του χαρακτήρα του, οι καλές και οι κακές συμπεριφορές.Αυτό που διαφοροποιείται είναι ο βαθμός και η έκταση που είναι εμφανής η κακία.

Η κακία είναι αποκλειστικά ανθρώπινο φαινόμενο.Τα ζώα δεν μπορεί να είναι κακά, δρουν σύμφωνα με τις έμφυτες παρορμήσεις, οι οποίες ουσιαστικά υπηρετούν το συμφέρον της επιβίωσής τους. Η κακία είναι η προσπάθεια να υπερβεί κανείς την ανθρώπινη και να περάσει στη μη ανθρώπινη σφαίρα. Ωστόσο, είναι βαθιά ανθρώπινη, γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει ζώο, όπως δεν μπορεί να γίνει «Θεός», σύμφωνα με τον Ε.Φρομ.

Oι δυναμικές που μεταπλάθουν τις ανθρώπινες κοινωνίες μεταπλάθουν και τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Κάπως έτσι οδηγήθηκαν στον θάνατο εκατομμύρια άνθρωποι κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, από την άκρατη δυναμική ενός κόμματος που ποδηγέτησε έναν ολόκληρο λαό στην κακία και το μίσος.

11.Η βιβλιογραφία για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και το Ολοκαύτωμα είναι τεράστια. Πώς κινηθήκατε σε επίπεδο έρευνας για να περικλείσετε, όσο το δυνατόν περισσότερη ιστορία στο βιβλίο σας;

Η μνήμη για ένα τέτοιο γεγονός όχι μόνο δεν περισσεύει, αλλά δεν είναι ποτέ αρκετή, παρά τον τεράστιο όγκο οπτικοακουστικού υλικού που έχουμε στη διάθεσή μας. Τα στοιχεία αναφορικά με την εποχή είναι τόσο δύσπεπτα, τόσο ακατανόητα, είναι ασύλληπτα• ξεπερνούν ακόμη και την πιο νοσηρή φαντασία. Κι είναι όλα υπερβολικά, τα πάντα στον μέγιστο βαθμό.

Γι’ αυτό τον λόγο προσπάθησα να είμαι όσο πιο ακριβής μπορούσα, πιστή στις ιστορίες που έχουν περάσει στο πάνθεον της γνώσης μας για τον Β΄ Π. Π. και τις φρικαλεότητές του. Θέλησα να μεταφέρω το κλίμα, την αίσθηση, τον φόβο, ακόμη και την χαρακτηριστική μυρωδιά των συγκεκριμένων ιστορικών, τραγικών συμβάντων. Χρειάστηκαν πολλές ώρες μελέτης-έρευνας γι’ αυτό. Κι η βιβλιογραφία είναι ανεξάντλητη, όπως κι η φιλμογραφία, τα podcast, που θα ήθελα πολύ να έχω εξαντλήσει, μα αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε είναι απίθανο.

Παρακολουθούσα για χρόνια το θέμα του Ολοκαυτώματος, έχοντας πάντα στο μυαλό μου πως κάποια στιγμή ίσως θα τολμούσα να γράψω κάτι που σχετίζεται με τη θεματική αυτή. Όταν τελικά, πήρα την απόφαση να γράψω τη Μίραμπελ, η έρευνά μου κράτησε περίπου έξι με επτά μήνες. Διάβασα από την αρχή πολλά βιβλία με αναφορές στο Ολοκαύτωμα, είδα σχεδόν κάθε ταινία και ντοκιμαντέρ που υπάρχει και άκουσα πολλές μαρτυρίες επιζώντων που βρίσκονται σε ελληνικούς και ξένους ιστότοπους.

 papantwnioy_3

12.Η Μίραμπελ δεν μπορεί να κλάψει, αλλά αν μπορούσε, ομολογεί ότι θα το έκανε με μανία. Σε έναν κόσμο που πλήττεται από πολέμους, θανάτους, φτώχεια, ανισότητες και αδικίες, με τι θα μπορούσε να κλάψει η Μίραμπελ;

Πολύ φοβάμαι, πως αν η Μίραμπελ μπορούσε όντως να κλάψει, το κλάμα της στην εποχή μας δεν θα είχε σταματημό. Από πού να ξεκινήσω; Τα μέτωπα είναι τόσα πολλά κι οι αιτίες για θλίψη στις μέρες μας είναι όχι μόνο πολυάριθμες, αλλά και πολυεπίπεδες.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο ξεριζωμός των Αρμενίων, οι κλειτοριδεκτομές που γίνονται παράνομα και στη χώρα μας, τα παιδιά που κακοποιούνται, τα θύματα trafficking, η πείνα, τα παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ούτε εμβόλια κι εκπαίδευση, οι πλημμυροπαθείς και οι ζωές που χάθηκαν άδικα, η τραγωδία με τα νεκρά παιδιά των Τεμπών, ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, οι πρόσφυγες που χάνονται στη θάλασσα· όπου και να κοίταζε, θα ανακάλυπτε νέες αιτίες για να φουντώσει το κλάμα της.