
Αλέξανδρος Δουμάς: «Όλοι για έναν και ένας για όλους»
- Παναγιώτα Απέργη - 27 Νοεμβρίου 2021
Ο Αλέξανδρος Δουμάς γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1802 στο χωριό Βιγιέρ Κοτρέ. Ήταν εγγονός Γάλλου ευγενούς που έζησε και ευημέρησε στις Δυτικές Ινδίες, ενώ ο πατέρας του ήταν ο στρατιωτικός Τομάς Αλεξάντρ Νταβί ντε λα Παγιετρί, που γεννήθηκε στη σημερινή Αϊτή. Το επίθετο Δουμάς ανήκε στη μητέρα του και το πήρε, όταν μετά από έναν καβγά με τον πατέρα του, αποφάσισε να αλλάξει το επίθετό του. Ο Δουμάς μεγάλωσε φτωχικά, καθώς η αρχική οικονομική ευμάρεια της οικογένειας γρήγορα εξανεμίστηκε, όταν ο πατέρας του, ο οποίος υπήρξε στρατηγός του Βοναπάρτη, έπεσε σε δυσμένεια, παρέμεινε για δύο χρόνια αιχμάλωτος πολέμου και πέθανε το 1806.
Στο σχολείο ο Δουμάς δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα μαθήματα και ξεχώριζε μόνο για τα όμορφα γράμματά του. Έτσι, σε ηλικία 12 ετών προσλήφθηκε ως γραφέας σε συμβολαιογραφείο, όπου αντέγραφε με το χέρι ολόκληρους ογκώδεις τόμους και μακροσκελή έγγραφα και, το 1822, εργάστηκε, ως αντιγραφέας, στο γραφείο του Δούκα της Ορλεάνης και μελλοντικού βασιλιά Λουδοβίκου Φιλίππου.
Επειδή θεωρούσε ότι τα χρήματα που έβγαζε από αυτή τη δουλειά δεν ήταν αρκετά για να κάνει την πολυδάπανη ζωή που ήθελε, αποφάσισε να γράψει θεατρικά, εκτιμώντας πως ο τρόπος αυτός θα του εξασφάλιζε περισσότερα χρήματα. Το γράψιμό του άρεσε στο κοινό, και το 1825 το εγχείρημά του άρχισε να αποδίδει καρπούς, καθώς κατάφερε να κερδίσει τα πρώτα του χρήματα ως συγγραφέας.

Σχετικά γρήγορα άρχισε να εντάσσεται στους φιλολογικούς κύκλους, γνωρίζοντας, μάλιστα, τον Βικτώρ Ουγκώ, τους ποιητές Αλφόνς Λαμαρτίν και Αλφρέντ ντε Βινί, καθώς και άλλους νέους συγγραφείς. Το έργο που τον καθιέρωσε στους δημοφιλέστερους του νέου γαλλικού Ρομαντισμού ήταν το δραματικό θεατρικό «Ο Ερρίκος Γ' και η Αυλή του», το οποίο θεωρείται και το πρώτο επιτυχημένο έργο της νέας ρομαντικής εποχής.
Η σπάταλη ζωή και η στροφή στο ιστορικό μυθιστόρημα
Στη συνέχεια έγραψε, το 1831, το «Ναπολέων Βοναπάρτης», αλλά και το «Αντονί», ένα σύγχρονο δράμα τιμής. Παρά τα σημαντικά έσοδά του, ο ίδιος ήταν αρκετά σπάταλος και έκανε μια τριφηλή ζωή, με αποτέλεσμα να είναι βουτηγμένος στα χρέη και απένταρος. Συνήθιζε να διοργανώνει μεγάλα πάρτυ, έκανε πολυδάπανα ταξίδια και χαλούσε μεγάλα ποσά σε ανέσεις και προσωπικά του αποκτήματα, όπως το σπίτι - μέγαρο στο Σεν Ζερμέν, αλλά και το θέατρο που έχτισε. Λέγεται, άλλωστε πως το τραπέζι του ήταν πάντα στρωμένο, επειδή έφταναν αδιάκοπα καινούργιοι συνδαιτυμόνες, πλούσιοι και φτωχοί, συμπατριώτες του και ξένοι.
Όταν τα θεατρικά έργα άρχισαν να χάνουν την αγάπη του κοινού, ο Δουμάς επιδόθηκε στο ιστορικό μυθιστόρημα, στο οποίο μεγαλούργησε, αν και πολεμήθηκε σκληρά στον συγγραφικό χώρο, καθώς οι συντηρητικές εφημερίδες αλλά και οι κριτικοί αποκαλούσαν το έργο του τερατούργημα, ενώ οι συγγραφείς εκείνης της εποχής τον κατηγόρησαν για λογοκλοπή και η Γαλλική Ακαδημία κατήγγειλε την επίδραση που θα είχε το έργο του πάνω στο θέατρο. Πράγματι, ο Δουμάς έπαιρνε επουσιώδη και αδιάφορα έργα αγνώστων συγγραφέων και τα μετέτρεπε σε λαμπρά θεατρικά και μυθιστορήματα.
Το 1840, ο Αλέξανδρος Δουμάς παντρεύτηκε την ηθοποιό Ιντά Φεριέ αλλά συνέχισε να συνάπτει σχέσεις και με άλλες γυναίκες, αποκτώντας περισσότερα από τέσσερα παιδιά. Ένα από αυτά τα παιδιά ήταν και ο μετέπειτα συγγραφέας Αλέξανδρος Δουμάς ο νεότερος, καρπός της σχέσης του με τη γοητευτική γειτόνισσά του, Κατρίν Λεμπέ.

Παράλληλα, η φιλία του με τον φιλόλογο Ογκίστ Μακέ τον βοήθησε και στη συγγραφή, καθώς ο Μακέ έγινε το δεξί του χέρι στην έρευνα και στην προετοιμασία των μυθιστορημάτων του, προμηθεύοντάς τον με υλικό και ιστορικά στοιχεία, τα οποία ο Δουμάς επεξεργαζόταν και τα μετέτρεπε σε μυθιστορήματα με ακριβή χρονολογική περίοδο. Παρά το ότι δεν αρνήθηκε ποτέ τη συνεργασία, σε κανένα έργο του δεν αναφέρει το όνομα του Μακέ.
Οι ιστορίες του αναφέρονται και τοποθετούνται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα με ρεαλιστικά στοιχεία, τα οποία ήξερε πολύ ευφάνταστα, θεατρικά και αποτελεσματικά, να συνδυάζει με τους μύθους του. Άλλωστε, ο ίδιος έλεγε ότι «η Ιστορία είναι ένα καρφί πάνω στο οποίο κρεμάω τα μυθιστορήματά μου». Το έργο που πραγματικά εκτόξευσε τη δημοτικότητα του ήταν «Οι τρεις σωματοφύλακες» , που δημοσιεύθηκε το 1844 και αναφέρεται στην περίοδο 1625 έως 1628, εποχή που στη Γαλλία βασίλευε ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ και διαφέντευε ο καρδινάλιος Ρισελιέ.
Πηγή έμπνευσης για το σπουδαίο μυθιστόρημα «Ο Κόμης του Μόντε Κρίστο», στάθηκε ένα ταξίδι που έκανε στη Μεσόγειο, όπου πέρασε κοντά από το νησί Μοντεκρίστο. Το όνομα τού έκανε τόση εντύπωση που αποφάσισε να γράψει το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, το οποίο επικρίθηκε για τη σκληρότητα και την ανηθικότητά του, όσον αφορά την έκταση των αισθημάτων που περικλείει και φυσικά προς κάθε κατεύθυνση, με τον κεντρικό ήρωα να δραπετεύει από τη φυλακή για να εκδικηθεί αυτούς που τον αδίκησαν.
Αλλά δημοφιλή έργα του είναι τα: «Η Βασίλισσα Μαργκό», «Μετά είκοσι έτη», «Οι Κορσικανοί Αδελφοί», «Ο Ιππότης του Κόκκινου Σπιτιού»,«Δέκα χρόνια αργότερα ή ο Υποκόμης της Βραζελόνης», «Η Μαύρη Τουλίπα», «Το περιδέραιο της βασίλισσας»κ.ά..
Ο φιλελληνισμός και οι τιμές σε μια μεγάλη μορφή των Γραμμάτων
Ο Αλέξανδρος Δουμάς υπήρξε ένθερμος φιλέλληνας και με ένα απίστευτα φλογερό ποίημα εξύμνησε τον Κωνσταντίνο Κανάρη, καταξιώνοντας το κατόρθωμά του να πυρπολήσει την τουρκική ναυαρχίδα. Το ποίημα δημοσιεύθηκε, το 1826, σε μορφή μπροσούρας, με τον τίτλο «Κανάρης - Διθύραμβος από τον Αλέξανδρο Δουμά υπέρ των Ελλήνων»και τα έσοδα από την πώλησή του πήγαν στον ελληνικό αγώνα. Παράλληλα, το 1859, επισκέφθηκε την Ελλάδα, με τον ζωγράφο Κλωντ Μονέ και, συγκεκριμένα, την Αθήνα και τη Σύρο.

Τον Σεπτέμβριο του 1870, μετά από ένα ατύχημα που τον άφησε σχεδόν παράλυτο, ο Αλέξανδρος Δουμάς εγκαταστάθηκε στο σπίτι του γιου του, Αλέξανδρου Δουμά του νεότερου, όπου και πέθανε στις 5 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Η δημιουργική του φαντασία του επέτρεψε να γράψει 257 μυθιστορήματα και 25 θεατρικά έργα, πολλά από τα οποία έχουν γίνει κινηματογραφικές ταινίες και θεατρικές παραστάσεις. Σε ολόκληρη τη ζωή του δεν σταμάτησε ποτέ του να γράφει και το μόνο πράγμα που τον απομάκρυνε από τον θαυμαστό κόσμο της συγγραφής ήταν ο θάνατος.
«Εκείνο που έσπειρε είναι η Γαλλική ιδέα. Δεν είναι απλώς Ευρωπαίος, είναι παγκόσμιος», έλεγε για τον ομότεχνό του ο Βικτώρ Ουγκώ. Η κατοικία του στα προάστια του Παρισιού, το φημισμένο «Κάστρο Μόντε Κρίστο» έγινε μουσείο, ενώ, το 2002, η σωρός του μεταφέρθηκε στο Πάνθεον του Παρισιού, το μαυσωλείο όπου είναι θαμμένες λαμπρές προσωπικότητες της Γαλλίας.