Λάμπρος Κωνσταντάρας: ο αιώνιος γλεντζές του ελληνικού κινηματογράφου
- Παναγιώτα Απέργη - 16 Ιουλίου 2020
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1913 στην Αθήνα, στην οδό Πλουτάρχου στο Κολωνάκι. Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη, η οποία ασχολούνταν με την τέχνη της χρυσοχοΐας.
Σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, ο Κωνσταντάρας προοριζόταν για δυο επαγγέλματα: αυτό του αξιωματικού του Ναυτικού και αυτό του χρυσοχόου και εκτιμητή πολύτιμων λίθων, κάτι που αποτυχημένα προσπάθησε να πραγματοποιήσει.
Περνώντας δυο χρόνια στη Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας, ο Λάμπρος το έσκασε και μπαίνοντας σε ένα καράβι γύρισε στον Πειραιά, γλιτώνοντας ακόμη και το στρατοδικείο, χάρη στην επέμβαση ενός συνταγματάρχη θείου του.
Πολλά φουστάνια ρε παιδιά...Πολλά φουστάνια. Τι διάολο; Εδώ είναι αντιτορπιλικό, δεν είναι το Λύκειο των Ελληνίδων. Η Αλίκη στο Ναυτικό
Βλέποντας τα σχέδιά τους να ναυαγούν, οι γονείς του, το 1931, τον έστειλαν στο Παρίσι, για να ειδικευτεί στην τέχνη της κοσμηματοποϊίας, όπου ο ταλαντούχος ηθοποιός επιδόθηκε σε μια μποέμικη ζωή, η οποία ήταν αντίθετη με τις προσδοκίες της οικογένειάς του.
Μαθαίνοντας πώς ζούσε ο Κωνσταντάρας στο Παρίσι, η οικογένειά του αποφάσισε να του κόψει τα χρήματα, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να εργαστεί ως κομπάρσος, στο θέατρο ΑΤΕΝΕ του Λουί Ζουβέ.
Λίγο καιρό αργότερα, άρχισε να φοιτά και στη σχολή του Ζουβέ, με το ντεπούτο του στα θεατρικά δρώμενα να έρχεται το 1937, εμφανιζόμενος στη μολιερική παράσταση «Σχολείο Γυναικών».
Έπειτα από έξι χρόνια στην Πόλη του Φωτός, επέστρεψε στην Αθήνα και άρχισε τις εμφανίσεις του με τα έργα «Τα παράσημα της γριούλας», «Το στραβόξυλο», «Ο μισάνθρωπος», «Ο παίχτης», εντασσόμενος σε καταξιωμένους θιάσους της εποχής, όπως αυτός της Μιράντας Παππά και των Κώστα Μουσούρη και Μαίρης Αρώνη.
Μάλιστα, παιδί μου, απ' την Αθήνα. Εμπορευάμενος και χηρευάμενος κι απ' την Αθήνα έρχομαι και στην κορφή κανέλα Υπάρχει και φιλότιμο
Στην μακροχρόνια θεατρική του πορεία συνεργάστηκε με σημαντικούς και καταξιωμένους ηθοποιούς, με χαρακτηριστικότερους τους Τζένη Καρέζη, Νίκο Ρίζο, Μαρίκα Κοτοπούλη, Ντίνο Ηλιόπουλο κ.ά.
Από το 1940 και μετά, όποτε και κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο με την ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού» σε σκηνοθεσία του Φιλοποίμενος Φίνου, ο Κωνσταντάρας θα πρωταγωνιστήσει σε ενενήντα ταινίες, αρχικά δραματικές και μετά κωμικές, παίζοντας άλλοτε τον στοργικό και ανοιχτόκαρδο και άλλοτε τον στριμμένο και αυστηρό πατέρα, άλλοτε τον πλούσιο εργένη κι άλλοτε τον αδιόρθωτο γυναικά.
Μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες στις οποίες εμφανίστηκε, είτε ως πρωταγωνιστής είτε σε κάποιον δεύτερο αλλά σημαντικό ρόλο είναι: Διακοπές στην Αίγινα, Η Λίζα και η άλλη, Η Αλίκη στο ναυτικό, Ο κύριος πτέραρχος, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Μικροί και μεγάλοι εν δράσει, Η χαρτοπαίχτρα, Τζένη-Τζένη, Η γυναίκα μου τρελάθηκε, Η κόρη μου η σοσιαλίστρια, Κάτι κουρασμένα παλικάρια, Ο στρίγκλος που έγινε αρνάκι, Καπετάν φάντης μπαστούνι, Ο μπλοφατζής κ.ά..
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο πάλαι ποτέ γλεντζές του ελληνικού κινηματογράφου μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, κλεισμένος μέσα στο σπίτι του, με μοναδική ενημέρωσή του τα όσα άκουγε από το ραδιόφωνο, ενώ ο Τύπος της εποχής τον χαρακτήριζε «έγκλειστο της Βάρκιζας».
Tα δημοσιεύματα της εποχής ισχυρίζονταν πως οι μοναδικοί άνθρωποι που είχαν επαφή μαζί του ήταν η δεύτερη γυναίκα του, η Φιλιώ και ο γιος του, ο Δημήτρης.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτρης Λυμπερόπουλος, ο οποίος τον επισκέφθηκε στο σπίτι του, επιβεβαίωσε τα δημοσιεύματα του Τύπου, δηλώνοντας, μάλιστα, πως ο αείμνηστος ηθοποιός αναλογιζόμενος την κατάστασή του, κάποια στιγμή στη συνάντησή τους, είπε «γιατί σε μένα Θεέ μου;»
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από τη ζωή στις 28 Ιουνίου 1985, αντιμετωπίζοντας για μερικά χρόνια σοβαρά προβλήματα υγείας, εξαιτίας των αλλεπάλληλων εγκεφαλικών επεισοδίων.
Σύμφωνα με τους οικείους και τους συναδέλφους του, είχε τη συνήθεια να μετρά τα αυτοκίνητα Φοξβάγκεν, κατά τη διάρκεια μιας διαδρομής, πιστεύοντας πως όσο πιο πολλά αυτοκίνητα περνούσαν από δίπλα του, τόσο πιο πολύ θα ζούσε. Πολλοί, μάλιστα, που γνώριζαν αυτή του την ιδιοτροπία, συχνά τον πείραζαν, λέγοντάς του πως καθ' οδόν για τη δουλειά είδαν περισσότερο Φοξβάγκεν από αυτόν, με τον Κωνσταντάρα να γίνεται, τελικά, έξαλλος.
Κάντε και κανένα σταυρό, βρε παιδιά. Μπορεί να μας βγει σε καλό...Σταυρό βρε, όχι μαντολίνο Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι
Γνωστός για τις πλάκες του, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Μικροί και μεγάλοι εν δράσει», ο Κωνσταντάρας, βλέποντας την ανυπομονησία του Βασίλη Αυλωνίτη να συναντήσει τη Μαίρη Αρώνη, αποφάσισε να διακωμωδήσει την αργοπορία της ηθοποιού λέγοντάς του: «Εμ, έτσι είναι Βασίλη μου. Κατάλαβες; Από τη μια αργεί και από την άλλη μόλις έρθει θα πρέπει να της κάνουμε και χειροφίλημα. Έτσι είναι Βασίλη μου, η κυρία Αρώνη είναι του Εθνικού, παίζει στην Επίδαυρο, άρα θέλει χειροφίλημα». . Απορημένος και εκνευρισμένος, ο Αυλωνίτης του είπε πως δεν πρόκειται να κάνει κάτι τέτοιο, με όλο το συνεργείο να έχει αντιληφθεί από ώρα τη φάρσα.
Όταν εμφανίστηκε, λίγη ώρα αργότερα, στο στούντιο, η Αρώνη έτρεξε στον Αυλωνίτη, δηλώνοντάς του τον θαυμασμό της, με τον Αυλωνίτη, τελικά να καταλήγει, από τη χαρά του για τα καλά λόγια που του είπε, να της κάνει χειροφίλημα.
Πηγή φωτογραφιών: Finos Film