Τα όπλα των Αρχαίων Ελλήνων: Τα εκηβόλα όπλα
- Αντώνης Απέργης - 29 Απριλίου 2021
Το τόξο
Το τόξο ανήκει στα αρχαία εκείνα όπλα που αποτελούνται από μια βέργα, στις άκρες της οποίας είναι δεμένη μια χορδή, κατασκευασμένη είτε από σχοινί είτε από νεύρο. Όταν η χορδή τεντώνεται και απελευθερώνεται, προκαλεί βίαιη ώθηση στο βέλος, που το κάνει να πεταχτεί προς τον στόχο. Η δυναμική ενέργεια από το τέντωμα της χορδής μεταβιβάζεται κατά τη σύντομη απελευθέρωση της χορδής στο βέλος, το οποίο μπορούσε να «διανύσει» μια απόσταση από 200 ως 650 μέτρα.
Το τόξο κατασκευάζονταν κατά βάση από ξύλο καρυδιάς, φτελιάς ή μπαμπού, όπως επίσης και από μέταλλο ή κέρατο, αν σύνθετο επρόκειτο για σύνθετο τόξο. Το μήκος του κυμαίνονταν μεταξύ 1 ως 2,60 μέτρα, ανάλογα με τους λαούς, την εποχή και τη χρήση του. Λόγω χάρη, το κυνηγετικό τόξο, συνήθως, ξεπερνούσε τα 2 μέτρα, ενώ το πολεμικό είχε μήκος περίπου 1,70 μέτρα.
Αν εξαιρέσουμε το ακόντιο, το τόξο είναι το αρχαιότερο όπλο και χρονολογείται από την προϊστορική εποχή, καθώς κατά την αρχαιότητα αποτελούσε ένα από τα πολύ διαδεδομένα πολεμικά αντικείμενα, κυρίως στους ανατολικούς λαούς, σε πολλούς από τους οποίους ήταν κύριο όπλο, ενώ σε άλλους, όπως οι Έλληνες χρησιμοποιούνταν περισσότερο τα δόρατα – πλην των Κρητών – ή οι Ρωμαίοι πιο πολύ τα ακόντια και τα ξίφη, αξιοποιώντας τους τοξότες σε βοηθητικές θέσεις.
Οι ιστορικές ενδείξεις για τη χρήση τόξου ως πολεμικού όπλου στον αρχαιο Ελληνικό κόσμο εμφανίζονται στην Πρώϊμη εποχή του Χαλκού, με τους Μινωϊτες τους Μυκηναίους να χρησιμοποιούν σύνθετα τόξα σε εκτεταμένη βάση. Μετά την πτώση των Ανακτορικών Βασιλείων της Ελλάδος και κατά την Γεωμετρική εποχή, το τόξο ακολούθησε μια πτωτική πορεία χρήσης, ενώ η χρήση του ανέκαμψε με την εμφάνιση των Σκυθών στον Ελληνικό χώρο, τον 8ο αιώνα. π.Χ.. Τα τόξα ελληνικού, σκυθικού και περσικού τύπου συναντώνται σε σειρά παραστάσεων αγγείων της Ύστερης Αρχαϊκής και Πρώϊμης Κλασσικής περιόδου.
Η χρήση του τόξου ως κοινό πολεμικό όπλο συνεχίστηκε μέχρι τον Μεσαίωνα, όπου οι ομάδες τοξοτών θεωρούνταν το…«πυροβολικό» της εποχής. Έκτοτε, άρχισε να αχρηστεύεται, κατά τον 14o αιώνα, με την εμφάνιση της πυρίτιδας και εξαφανίστηκε κατά το πρώτο μισό του 15ου.
Η σφενδόνη
Ο σφενδονήτης συνήθιζε να βάζει στην κοιλότητα μια πέτρα ή ένα μολυβένιο βαρίδι και, πιάνοντας τις δύο άκρες του λουριού, το στριφογύριζε δυο - τρεις φορές και αφήνοντας τη μια άκρη, ώστε το βλήμα να φύγει, να «εκσφενδονιστεί» με πολύ μεγάλη ταχύτητα.
Οι σφενδόνες, στην αρχαιότητα, χρησιμοποιούνταν στο κυνήγι αλλά και στον πόλεμο, ενώ από τον άνθρωπο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την 7η χιλιετία π.Χ., με γνωστότερο περιστατικό χρήση της σφενδόνης να είναι η η μονομαχία μεταξύ του νεαρού βοσκού Δαβίδ και του γιγαντόσωμου πολεμιστή Γολιάθ που εξιστορείται στη Βίβλο.