Όσκαρ Σίντλερ: Ο τυχοδιώκτης επιχειρηματίας που έσωσε χίλιους Εβραίους
- Παναγιώτα Απέργη - 28 Απριλίου 2022
Ο Όρκαρ Σίντλερ γεννήθηκε στις 28 Απριλίου 1908 στη Ζβίταου της Μοραβίας, γερμανική τότε επαρχία της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, και καταγόταν από μεγαλοαστική οικογένεια, καθώς ο πατέρας του ήταν εύπορος, ιδιοκτήτης εργοστασίου. Φοίτησε σε ιδιωτικό γερμανικό σχολείο, από το οποίο, όμως, αποβλήθηκε, όταν πλαστογράφησε το ενδεικτικό του, για να εμφανίσει μεγαλύτερο βαθμό.
Για ένα διάστημα εργάστηκε πουλώντας γεωργικά μηχανήματα στις επιχειρήσεις του πατέρα του, με τον οποίο είχε πολλές συγκρούσεις λόγω της «άτακτης» ζωής και συμπεριφοράς του, που συνοδεύονταν από σπατάλες, ξενύχτια, ποτά και γυναίκες. Η οριστική ρήξη τους, ωστόσο, επήλθε, όταν ο νεαρός Όσκαρ παντρεύτηκε την Έμιλυ, την οποία δεν ενέκρινε ο πατέρας του. Το γεγονός αυτό τον οδήγησε στο να αποχωρήσει από την οικογενειακή επιχείρηση και να εργαστεί στην τοπική εταιρεία Ηλεκτρισμού, θέση στην οποία παρέμεινε για σύντομο χρονικό διάστημα.
Την εποχή που ο Αδόλφος Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, όπως έκαναν οι περισσότεροι Γερμανοί, ο Σίντλερ συντάχθηκε με το ναζιστικό κόμμα, όχι για ιδεολογικούς αλλά περισσότερο για ιδιοτελείς λόγους, γιατί πίστευε ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα ευνοούσε τις επιχειρηματικές του βλέψεις. Με τη γερμανική Εισβολή στην Πολωνία, κατάφερε σα μέλος του ναζιστικούς κόμματος, να του παραχωρηθεί η ιδιοκτησία ενός πολωνικού πτωχευμένου εργοστασίου κατασκευής οικιακών σκευών στην Κρακοβία, ενώ, παράλληλα, χάρη στη δωροδοκία και στα προϊόντα που εξασφάλιζε από τη «μαύρη αγορά», κατάφερε να έρθει σε επαφή με αξιωματούχους των SS.
Πολύ σύντομα ανέπτυξε το σχέδιο να μπορούσε να κερδίσει χρήματα, πουλώντας σκεύη σίτισης στον γερμανικό στρατό και σύντομα, άρχισε να δωροδοκεί αξιωματικούς - «κλειδιά» για ανάθεση συμβολαίων. Μια ξεχωριστή και άκρως σημαντική, εν τέλει, γνωριμία ήταν αυτή με τον Ισαάκ Στερν, έναν Εβραίο λογιστή, που τον βοήθησε στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες.
Σύντομα, ακολουθώντας τη συμβουλή του λογιστή του, πήρε ως εργαζομένους στο εργοστάσιό του Εβραίους από το γκέτο της Κρακοβίας, στο οποίο ζούσαν περίπου 6.000 απ’ αυτούς. Όσοι δούλευαν στο εργοστάσιό του είχαν καλύτερες συνθήκες εργασίας και διατροφής, από τους υπόλοιπους Εβραίους που εργάζονταν αναγκαστικά για τους Γερμανούς.
Μια μέρα, όταν έγινε μάρτυρας μιας επιδρομής των Γερμανών στο γκέτο της Κρακοβίας, η οποία στοίχισε τη ζωή σε εργαζομένους του, αποφάσισε να προστατεύσει τους εργάτες του, φροντίζοντάς τους και βρίσκοντας συνεχώς λόγους για να μην μεταφέρονται σε στρατόπεδα εξόντωσης. Χρησιμοποιώντας θεμιτά και αθέμιτα μέσα, με την επιρροή που διέθετε στον κύκλο των SS, με απειλές και δωροδοκίες, πετύχαινε τον σκοπό του.
Το 1944 και ενώ ο Κόκκινος Στρατός πλησίαζε στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στα ανατολικά, οι Γερμανοί άρχισαν να μεταφέρουν όλους τους Εβραίους κρατουμένους των στρατοπέδων δυτικά και να κλείνουν όλα τα εργοστάσιά τους στην Πολωνία, συμπεριλαμβανομένου και αυτό του Σίντλερ. Γνωρίζοντας τη μοίρα των εργαζομένων του και επιδιδόμενος για άλλη μια φορά στο «σπορ» της δωροδοκίας, έπεισε τους Γερμανούς αξιωματούχους να του επιτρέψουν να μεταφέρει την επιχείρησή του στην κατεχόμενη Τσεχοσλοβακία και να πάρει μαζί του τους Εβραίους που δούλευαν γι’ αυτόν.
Για τη μεταφορά αυτή, δημιουργήθηκε μία λίστα με χίλιους εργάτες, παλιούς και νέους, και άλλα διακόσια άτομα που μεταφέρθηκαν σε δυο ομάδες στο Μπρίνλιτζ.. Από λάθος η δεύτερη ομάδα οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς με σκοπό τη θανάτωση των μελών της, αλλά ο Σίντλερ, έπειτα από ενέργειές του κατόρθωσε να τους σώσει και να τους οδηγήσει στην Τσεχοσλοβακία.
Αυτή ήταν η περίφημη «λίστα του Σίντλερ».
Έχοντας ξοδέψει εκατομμύρια για να σώσει τους Εβραίους εργαζομένους του, μετά τη λήξη του πολέμου, εξαντλημένος οικονομικά, ζούσε από τη φιλανθρωπία των υπαλλήλων που είχε διασώσει, αλλά και εβραϊκών ανθρωπιστικών οργανώσεων, με τις επαγγελματικές επιλογές του να είναι αποτυχημένες και τη ζωή του να αναλώνεται στο ποτό, στις σχέσεις με άλλες γυναίκες και στις αλόγιστες σπατάλες.
Έχοντας καταθέσει σε δεκάδες δίκες εναντίον των Ναζί, στη Γερμανία πολλοί τον θεωρούσαν προδότη. Μετά τον θάνατό του, στις 9 Οκτωβρίου 1974, θάφτηκε στο όρος Σιών της Ιερουσαλήμ, μετά από δική του επιθυμία, καταφέρνοντας να γίνει το μοναδικό μέλος του ναζιστικού κόμματος που τιμήθηκε με τέτοιο τρόπο.
Το 1962, το Ίδρυμα για τη Μνήμη των Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος (Yad Vashem) απένειμε στον Σίντλερ την τιμητική διάκριση «Δίκαιος των Εθνών» για τις προσπάθειές του να διασώσει τους Εβραίους κατά τη διάρκεια του πολέμου.