
Η ιστορία των ολυμπιακών μεταλλίων
- Παναγιώτα Απέργη - 8 Ιουνίου 2024
Στην αρχαιότητα, φυσικά, δεν δίνονταν μετάλλια, αλλά κλαδιά από δέντρο ελιάς, τα οποία ήταν γνωστά ως κότινοι. Ωστόσο, στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων αποφασίστηκε να απονέμονται μετάλλια και διπλώματα στους νικητές, ακολουθώντας τις πρακτικές που είχαν υιοθετηθεί για τις αθλητικές αναμετρήσεις κατά τον 19ο αιώνα.
Αν και γίνεται λόγος για χρυσό μετάλλιο, στην πραγματικότητα, μετάλλιο φτιαγμένο από ατόφιο χρυσάφι δόθηκε μόνο σε τρεις ολυμπιάδες το 1904, το 1908 και το 1912, καθώς με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το χρυσάφι έγινε σπάνιο και επελέγησαν διάφορα κράματα για να το αντικαταστήσουν στη βράβευση των νικητών των Ολυμπιακών Αγώνων.
Τον σχεδιασμό του μεταλλίου των νικητών είχε αναλάβει ένας από τους σπουδαιότερους γλύπτες του 19ου αιώνα, ο καταξιωμένος Γάλλος Ζυλ-Κλεμάν Σαπλέν, ο οποίος χάραξε στην μπροστινή πλευρά του μεταλλίου τον Δία να κρατάει την ελληνική θεά Νίκη και στην πίσω την Ακρόπολη. Εκτός από τα νέα μετάλλια, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, απονεμήθηκαν στους πρώτους και δεύτερους αθλητές στεφάνι ελιάς και δάφνης, αντίστοιχα, αλλά και διπλώματα που φιλοτεχνήθηκαν από τον Νικόλαο Γύζη.

Στους υπόλοιπους αθλητές δόθηκαν αναμνηστικά μετάλλια ως ένδειξη τιμής για τη συμμετοχή τους, τα οποία είχε χαράξει ο σπουδαίος ζωγράφος και χαράκτης Νικηφόρος Λύτρας, ο οποίος επέλεξε να χαράξει στη μια όψη τη θεά Νίκη καθιστή κρατώντας δάφνινο στεφάνι με έναν αετό δίπλα της και στο βάθος την Ακρόπολη, ενώ αναγράφεται ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ 776 π.X.- 1896 ΑΘΗΝΑΙ και στην άλλη μέσα σε δάφνινο στεφάνι τη φράση ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΑΘΗΝΗΣΙ 1896 .
Τα επόμενα χρόνια και ιδιαίτερα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1900 δεν δόθηκαν μετάλλια, παρά μόνο κύπελλα ή άλλα παρόμοια τρόπαια, ενώ για όσα αθλήματα υπήρξε απονομή μεταλλίων, σχεδιασμένα από τον Φρεντερίκ Βερνόν, είχαν κατασκευαστεί από κράμα χρυσού και ασημιού, ασήμι και χαλκό. Μάλιστα το 1900 ήταν η μοναδική διοργάνωση, όπου τα μετάλλια ήταν ορθογώνια αντί για κυκλικά.
Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1904, όμως, καθιερώθηκε οριστικά η απονομή χρυσού μεταλλίου για τον πρώτο, ασημένιου για τον δεύτερο και χάλκινο για τον τρίτο, με τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ) να προχωρά σε μία ιστορική απόφαση της, απονέμοντας αναδρομικά χρυσά, ασημένια και χάλκινα μετάλλια στους τρεις πρώτους νικητές των αγωνισμάτων των δύο προηγούμενων Ολυμπιακών Αγώνων.
Συν τοις άλλοις, αποφασίστηκε ότι αρμόδια για το κόψιμο των μεταλλίων είναι η εκάστοτε διοργανώτρια πόλη, με τα μετάλλια να χαράσσονται από τους κοσμηματοπώλες Dieges & Clust, που επέλεξαν να απεικονίσουν τη θεά Νίκη να κρατάει ένα δάφνινο στέμμα και ένα φύλλο φοίνικα και πίσω ένα αθλητή με στέμμα δάφνης και έναν Ελληνικό ναό στο βάθος και την επιγραφή ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ 1904.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1908 και του 1912 διατηρήθηκε η ίδια παράσταση στα μετάλλια, που σχεδίασε ο Μπέρτραμ Μακέναλ και ο Έρικ Τζόρνταν Λίντμπεργκ αντίστοιχα, αν και στους Αγώνες που διοργανώθηκαν στο Λονδίνο επελέγη η χάραξη του του Αγίου Γεωργίου, πολιούχου της Αγγλίας στην πίσω όψη του μεταλλίου.
Όλα, όμως, άλλαξαν το 1916, όταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες που θα διοργανώνονταν στο Βερολίνο ακυρώθηκαν και, το 1920, η διοργάνωση ανατέθηκε στην Αμβέρσα ως ένδειξη τιμής για τα δεινά που βίωσε ο βελγικός λαός, κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Έτσι, στην προσπάθεια να υπάρξει μια νέα αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, σε έναν κόσμο που αναγεννάται από τις στάχτες του, ο γλύπτης Χοσούε Ντιπόν παρουσίασε στην μπροστινή πλευρά έναν αθλητή που κρατάει ένα φύλλο φοίνικα και ένα δάφνινο στεφάνι και μια φιγούρα που παίζει τρομπέτα, προσθέτοντας στο βάθος μια ζωφόρο με ελληνικό μοτίβο και από κάτω την επιγραφή «VII OLYMPIADE».
Παράλληλα, στην πίσω πλευρά δεσπόζει το μνημείο της Αμβέρσας, άγαλμα που μνημονεύει τον θρύλο του Σίλβιους Μπράμπο και στο βάθος ένας καθεδρικός ναός και το λιμάνι της Αμβέρσας, συνοδευόμενο με την επιγραφή «ANVERS MCMXX».

To 1924, στο Παρίσι που ανέλαβε για ακόμη μια φορά τη διοργάνωση των Αγώνων, τα μετάλλια χάραξε ο Αντρέ Ριβώ, επιλέγοντας να φιλοτεχνήσει στην μπροστινή πλευρά τους έναν αθλητή, που πιάνοντας το χέρι του αντιπάλου του που είναι καθισμένος στο έδαφος, τον βοηθάει να σηκωθεί και από κάτω, τους Ολυμπιακούς κύκλους, ενώ στην πίσω όψη, μια άρπα ως σύμβολο του πολιτιστικού προγράμματος των Αγώνων και την επιγραφή «VIIIe OLYMPIADE PARIS 1924».
Τελικά, από το 1928 και μέχρι το 2000, καθιερώθηκε από τη ΔΟΕ το ίδιο σχέδιο του Τζουζέπε Κασιόλι στην μπροστινή πλευρά των μεταλλίων με ελάχιστες παρεκκλίσεις, απεικονίζοντας τη θεά Νίκη και ένα αρχαίο στάδιο, ενώ στο επάνω δεξιό τμήμα του μεταλλίου υπάρχει πάντα ένα κενό για το όνομα της διοργανώτριας πόλης και την αρίθμηση της συγκεκριμένης ολυμπιακής διοργάνωσης.
Ωστόσο, στη Βαρκελώνη, το 1992, οι Ισπανοί, έχοντας τη στήριξη του προέδρου της ΔΟΕ, Χουάν Αντόνιο Σαμαράνκ, κατασκεύασαν διαφορετικά μετάλλια, τα οποία δεν έμοιαζαν με τα προηγούμενα.

Παράλληλα, μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, το 2000, διαπιστώθηκε ότι το σχέδιο του Κασιόλι απεικόνιζε λανθασμένα το Ρωμαϊκό Κολοσσαίο και όχι κάποιο αρχαίο ελληνικό στάδιο, γι’ αυτό και τα μετάλλια επανασχεδιάστηκαν, προκειμένου να υπάρχει σύνδεση των μεταλλίων με την ελληνική καταγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων.
Σε ό,τι αφορά τα υλικά κατασκευής τους, τα χρυσά μετάλλια είναι φτιαγμένα από 6 γραμμάρια χρυσού και καθαρό ασήμι και ζυγίζουν περίπου 556 γραμμάρια, τα ασημένια είναι φτιαγμένα από 100% καθαρό ασήμι και ζυγίζουν 550 γραμμάρια και τα χάλκινα μετάλλια φτιαγμένα από 95% χαλκού και 5% τσίγκου και ζυγίζουν 450 γραμμάρια.